Βιταμίνη D
Η βιταμίνη D βρίσκεται σε πολλά τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων των ψαριών, των αυγών, του εμπλουτισμένου γάλατος και του μουρουνέλαιου. Ο ήλιος προσθέτει επίσης στην ημερήσια παραγωγή του σώματος της βιταμίνης D ενώ μόλις 10 λεπτά έκθεσή μας πιστεύεται ότι είναι αρκετή για να αποφευχθεί η ανεπάρκεια της βιταμίνης.
Ο όρος «βιταμίνη D» αναφέρεται σε διάφορες μορφές αυτής της βιταμίνης. Δύο μορφές είναι σημαντικές στον άνθρωπο: η βιταμίνη D2, η οποία προσέρχεται από τα φυτά και η βιταμίνη D3, η οποία προέρχεται από το δέρμα μας όταν αυτό εκτίθεται στη ηλιακή ακτινοβολία. Τα τρόφιμα επίσης μπορεί να είναι εμπλουτισμένα με βιταμίνη D2 ή D3.
Ο σημαντικός ρόλος της βιταμίνης D είναι να διατηρήσει κανονικά τα επίπεδα του ασβεστίου και του φωσφόρου στο αίμα μας. Η βιταμίνη D βοηθά το σώμα να απορροφήσει το ασβέστιο, το οποίο διαμορφώνει και διατηρεί γερά κόκαλα. Χρησιμοποιείται μόνη της ή σε συνδυασμό με ασβέστιο για τη βελτίωση της υγείας των οστών και την μείωση των καταγμάτων. Η βιταμίνη D μπορεί επίσης να προστατεύσει από την οστεοπόρωση, την υψηλή πίεση του αίματος, ορισμένες μορφές καρκίνου αλλά και άλλες ασθένειες.
Ραχίτιδα και η Οστεομαλακία είναι κλασικές ασθένειες που οφείλονται στην ανεπάρκεια της βιταμίνης D. Στα παιδιά, η ανεπάρκεια βιταμίνης D προκαλεί Ραχίτιδα, η οποία είναι το μαλάκωμα ή εξασθένηση των οστών. Στους ενήλικες, η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να οδηγήσει σε Οστεομαλακία, η οποία προκαλεί αδύναμα οστά και μύες. Οι άνθρωποι που μπορεί να είναι σε υψηλό κίνδυνο για ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι οι ηλικιωμένοι ή οι παχύσαρκοι, τα άτομα με περιορισμένη έκθεση στον ήλιο και τα μωρά που θηλάζουν αποκλειστικά. Ασθένειες όπως η κυστική ίνωση (συσσώρευση βλέννας στους πνεύμονες) ή η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου χαρακτηρίζονται επίσης απο τον κίνδυνο έλλειψης βιταμίνης D.